Η ελληνική λογοτεχνία του 20ού αιώνα στη Ρώμη

Του Αλέξη Ηλιάδη

«Η ελληνική λογοτεχνία του 20ού αιώνα - μια ευρωπαϊκή περίπτωση» ήταν το θέμα του διεθνούς συνεδρίου που πραγματοποιήθηκε από τις 21 έως τις 23 Νοεμβρίου στο Πανεπιστήμιο Sapienza της Ρώμης. 

Το συνέδριο διοργάνωσε η Έδρα Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Sapienza προς τιμήν της Ιταλίδας καθηγήτριας Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Πάολα Μαρία Μινούτσι, η οποία με το σημαντικό κριτικό και μεταφραστικό της έργο έφερε σε επαφή το ιταλόφωνο κοινό με τους μεγαλύτερους Έλληνες ποιητές και πεζογράφους του 20ού  αιώνα.

Στόχος του συνεδρίου ήταν να ερευνήσει την ελληνική λογοτεχνία του 20ού αιώνα ως μέρος μιας ευρύτερης ευρωπαϊκής πραγματικότητας.

Γι’ αυτή την επιστημονική  συνάντηση αλλά και για το ενδιαφέρον που υπάρχει εκτός Ελλάδος για τη νεοελληνική λογοτεχνία μιλήσαμε με τον  Ιταλό ελληνιστή, Σαλβατόρε Νικοζία, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Παλέρμο, με τις καθηγήτριες στο τμήμα Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Λίζυ Τσιριμώκου και Μαίρη Μικέ, με τον Ιταλό μεταφραστή Μαουρίτσιο Ντε Ρόζα και με τη Βουλγάρα μεταφράστρια Ζντράβκα Μιχάιλοβα που συμμετείχαν στο συνέδριο.

Η καθηγήτρια Πάολα Μαρία Μινούτσι προς τιμήν της οποίας έγινε το συνέδριο και ο κ. Χρήστος Μπιντούδης, Υπέυθυνος καθηγητής της Έδρας Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας.του Πανεπιστημίου Sapienza.

Στη διάρκεια του συνεδριακού τριημέρου ακούστηκαν πρωτότυπες εισηγήσεις για θέματα τόσο νεοελληνικής λογοτεχνίας όσο και συγκριτολογικού, μεταφρασεολογικού ή εκδοτικού ενδιαφέροντος, μας είπε η καθηγήτρια Λίζυ Τσιριμώκου, προσθέτοντας: «Ελύτης, Ρίτσος, Σικελιανός, Αλεξάνδρου, Ιωάννου, Χατζής, Εγγονόπουλος, Καβάφης, Παλαμάς, Βαλτινός, Δημητρίου, Σεφέρης, Καζαντζάκης, Παπαδημητρίου, Θεοτοκάς, Πετσάλης, Αθανασιάδης, Χιόνης, Αμανατίδης, είναι μερικοί από τους συγγραφείς που απασχόλησαν τους συνέδρους, ενώ συνδυαστικές προτάσεις όπως «Ελύτης και Dante», «Λογοτεχνία και μουσική στον ελληνικό μεσοπόλεμο». «Σικελιανός και Claudel», «D’Annunzio και νεοελληνική πεζογραφία» ή θέματα της ευρύτερης Ιστορίας των ιδεών, όπως «Εγκώμιο της πολυκατοικίας στη μεταπολεμική ελληνική λογοτεχνία», «Η παρουσία των εκδόσεων “ Γλάρος” στα χρόνια της Κατοχής», γονιμοποίησαν τις συζητήσεις». Συνολικά, είπε η κ. Τσιριμώκου, το συνέδριο ήταν «μια εξαιρετική ευκαιρία συνάντησης και διαλόγου για νεοελληνιστές, μεταφραστές, ερευνητές από ποικίλα επιστημονικά πεδία και από πολλούς τόπους». 

Η καθηγήτρια Μαίρη Μικέ, υπογράμμισε ότι «το συνέδριο ανέδειξε μια δυναμική και πιστοποίησε το συνεχώς αυξανόμενο ενδιαφέρον για τη μελέτη της νεοελληνικής λογοτεχνίας». Όσον αφορά τις ανακοινώσεις που έγιναν, η κ. Μικέ σημείωσε ότι «τοποθετώντας ήδη από τον τίτλο τη  νεοελληνική λογοτεχνία στα ευρωπαϊκά της συμφραζόμενα αρκετές ανακοινώσεις κινήθηκαν συγκριτολογικά και ανακίνησαν ζητήματα πρόσληψης, μεταφράσεων, επιδράσεων κι εκλεκτικών συγγενειών. Η καταληκτική ομιλία της τιμώμενης Μινούτσι  περιστράφηκε με τρόπο ουσιαστικό γύρω από τις δυσκολίες αλλά και τις συντροφικές πορείες μεταφράσεων και μεταφραστών».

Ένα από τα πιο θετικά στοιχεία του συνεδρίου ήταν, είπε ο μεταφραστής Μαουρίτσιο Ντε Ρόζα, «η ιδιαίτερα γόνιμη παρουσία νέων ερευνητριών και ερευνητών». Αναφερόμενος στο ενδιαφέρον των Ιταλών για τη νεοελληνική λογοτεχνία, ο κ. Ντε Ρόζα σημείωσε ότι στο θέμα αυτό «χρειάζεται ίσως μια διευκρίνιση». Και εξήγησε: «Αν εννοούμε, με τον όρο λογοτεχνία, τον λογοτεχνικό κανόνα, είτε συγχρονικά είτε διαχρονικά, το ενδιαφέρον των Ιταλών είναι σχετικά περιορισμένο, όπως είναι περιορισμένο και για άλλες γλώσσες και για άλλες λογοτεχνίες. Παρ’ όλα αυτά, συγγραφείς όπως η Ζυράννα Ζατέλη, η Ιωάννα Καρυστιάνη, ο Παύλος Μάτεσις και φυσικά ο Νίκος Καζαντζάκης κατάφεραν να κερδίσουν μια θέση στις προτιμήσεις μερίδας έστω του ιταλικού αναγνωστικού κοινού αλλά και των κριτικών. Αν πάλι μιλάμε για «ελληνικό βιβλίο» γενικότερα, τα πράγματα αλλάζουν. Τα βιβλία του Πέτρου Μάρκαρη αλλά και της Λένας Μαντά, π.χ., γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία και ο καθένας στον τομέα όπου δραστηριοποιείται κατάφερε να κερδίσει την εκτίμηση του Ιταλού αναγνώστη. Άλλο κεφάλαιο είναι η νεοελληνική ποίηση, η οποία σίγουρα είναι πιο γνωστή στην Ιταλία απ’ όσο είναι γνωστή η Ιταλική της αντίστοιχης περιόδου στην Ελλάδα, με πρώτα ονόματα τον Καβάφη, τον Σεφέρη και τον Ελύτη. Φυσικά πολλοί συγγραφείς παραμένουν αμετάφραστοι: ο Τσίρκας, ο Πεντζίκης, ο Πάνου και πολλοί άλλοι».

Για τη διάδοση της ελληνικής πεζογραφίας και ποίησης στη Βουλγαρία, η ελληνίστρια, μεταφράστρια ελληνικής λογοτεχνίας Ζντράβκα Μιχάιλοβα είπε: «Στη Βουλγαρία υπάρχει σοβαρή και μακρόχρονη παράδοση μετάφρασης της ελληνικής λογοτεχνίας. Η ελληνική πεζογραφία μεταφράζεται κατά κόρον, ιδιαίτερα την περίοδο 1960-1990 και στις νέες συνθήκες αγοράς του βιβλίου μετά τις πολιτειακές μεταβολές του 1989. Παράλληλα με την τετράδα των Ελλήνων ποιητών που γνωρίζει κάθε μορφωμένος Βούλγαρος αναγνώστης, και η οποία αποτελείται από τους Κ. Π. Καβάφη, Γ. Σεφέρη, Γ. Ρίτσο και Ο. Ελύτη, ο Ν. Καζαντζάκης είναι ο πιο γνωστός, μεταφρασμένος, πολυδιαβασμένος και ευπώλητος στη χώρα Έλληνας συγγραφέας. Τα έργα του Καζαντζάκη έχουν εκδοθεί επανειλημμένως, συνολικά, σε τιράζ άνω του ενός εκατομμυρίου αντιτύπων. Ο ελληνικός σουρεαλισμός είναι γνωστός μέσω των μεταφράσεων του Α. Εμπειρίκου και του Ν. Εγγονόπουλου. Από τους πιο σύγχρονους ενδεικτικά αναφέρω τους Ρ. Γαλανάκη, Θ. Βαλτινό, Τ. Θεοδωρόπουλο, Ζ. Ζατέλη, Ι. Καπάνταη, Έ. Χουζούρη, Δ. Κούρτοβικ, Χ. Βλαβιανό, Μ. Τσίτα, Α. Σταμάτη, Κ. Καλφόπουλο, Θ. Σκάσση, Ν. Καρούζο, Μ. Γκανά, Στρ. Πασχάλη, θεατρικούς συγγραφείς όπως τους Π. Μάτεσι, Δημ. Κεχαΐδη, Βασ. Ζιώγα, Μ. Ποντίκα».

Η κ. Μιχάιλοβα τόνισε ότι το συνέδριο «έριξε μια σε βάθος και από διαφορετικές οπτικές γωνίες ματιά στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία, έκανε ανοίγματα και δημιούργησε ερεθίσματα για μελλοντικές συνεργασίες και μελέτες». 
Δίνοντας τη δική του συνολική εικόνα από το συνέδριο, ο καθηγητής Σαλβατόρε Νικοζία είπε ότι «ήταν τέλεια οργανωμένο και πολύ ενδεικτικό του υψηλού επιπέδου σπουδών στον τομέα τής ελληνικής λογοτεχνίας και γλώσσας σε διάφορες χώρες της Ευρώπης». Ο κ. Νικοζία επισήμανε ότι «στο Παλέρμο της Σικελίας υπάρχει, για λόγους ιστορικούς, μεγάλο ενδιαφέρον γι’ αυτόν τον τομέα, όπως αποδεικνύουν οι δύο πανεπιστημιακές έδρες, και οι περίπου 20 φοιτητές που κάθε χρόνο παρακολουθούν τα μαθήματα».

Η προετοιμασία της έκδοσης των πρακτικών του συνεδρίου, θα ξεκινήσει σύντομα, προκειμένου να δοθεί σε κάθε ενδιαφερόμενο η δυνατότητα να διαβάσει τις ανακοινώσεις που έγιναν κατά τη διάρκειά του.

 

Λεπτομέρειες στη συνδρομητική σελίδα του ΑΠΕ-ΜΠΕ.
© ΑΠΕ-ΜΠΕ ΑΕ. Τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ΑΕ.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή από επισκέπτες της ιστοσελίδας.
NEWS ROOM
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ