Ο Θείος Βάνιας στον Πειραιά

Του Χρίστου Καλουντζόγλου
Θεωρείται το αριστούργημα του Άντον Τσέχωφ. Ο Θείος Βάνιας αποτελεί σημείο αναφοράς στο θέατρο καθώς ο Τσέχωφ έχει δημιουργήσει ένα κείμενο με λεπτές ισορροπίες. Με αυτό το «τρυφερό ποίημα για το γελοίο της ανθρώπινης παραίτησης», όπως χαρακτηρίζει το θεατρικό έργο ο Γιώργος Κιμούλης, εγκαινιάζεται η θεατρική περίοδος στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
Μεταφράζετε το κείμενο, σκηνοθετείτε την παράσταση και πρωταγωνιστείτε. Αυτός ο τριπλός ρόλος σας διευκολύνει ώστε να εμβαθύνετε στο σύμπαν του Τσέχωφ, ερωτώ τον Γιώργο Κιμούλη.
«Το κάνω αυτό πάρα πολλά χρόνια, ίσως 20. Είναι ο τρόπος που κοιτάζω τα έργα. Διότι ένα έργο έχει μία συνολική οπτική. Είναι φυσικό λοιπόν, αν θες να πεις κάτι προσωπικό, δικό σου, μέσα από το έργο, να έχεις αυτή την τριπλή ιδιότητα», απαντά ο Γιώργος Κιμούλης.
Για πολλά χρόνια ο Βάνιας και η ανιψιά του Σόνια ζουν ήρεμα και αρμονικά στην επαρχία συντηρώντας τα χτήματα και την περιουσία της οικογένειας. Όταν όμως ένα καλοκαίρι ο πατέρας της Σόνιας έρχεται από την πρωτεύουσα μαζί με τη νέα του γυναίκα, οι ανεκπλήρωτες επιθυμίες και οι κρυφές αντιπαλότητες της οικογένειας έρχονται στην επιφάνεια και καταστρέφουν κάθε ηρεμία.
«Οι άνθρωποι συνειδητά λειτουργούν, ερμηνεύουν τον εαυτό τους όπως είναι στην πραγματικότητα που βιώνουν. Πουθενά μέσα στο έργο δεν φαίνεται ότι κάποιοι βρίσκονται σε κάποια φαντασίωση. Απλά πιστεύουν ότι άξιζαν να είναι κάτι άλλο από αυτό που είναι τώρα. Κάποιοι από αυτούς δεν αποκλείεται να το άξιζαν. Κάποιοι όχι», σημειώνει ο Γιώργος Κιμούλης, προσθέτοντας: «Η ιστορία του Βάνια έχει άμεση σχέση με την έννοια της παραίτησης. Κατά τη γνώμη μου, το θέμα του Βάνια είναι το γελοίο της ανθρώπινης παραίτησης. Όλα τα πρόσωπα κινούνται σε ένα χώρο ήττας και ίσως σε μία συσσώρευση ηττών. Βεβαίως και θα μπορούσε κάποιος να πει ότι σε αυτό το περιβάλλον κάθε ελπίδα έχει πλέον διαλυθεί, έχει χαθεί. Αυτό που ο Τσέχωφ θέλει να πει είναι ότι ο άνθρωπος διαρκώς πρέπει να προσπαθεί να σηκωθεί και πάλι όρθιος, όσες φορές κι αν πέσει. Γιατί η αποδοχή μιας παραίτησης τον οδηγεί στον χώρο της γελοιότητας. Ο θείος Βάνιας είναι ένα τρυφερό ποίημα πάνω στο γελοίο της ανθρώπινης παραίτησης.»
Όταν διαβάζω Τσέχωφ έχω την αίσθηση ότι οι λέξεις απαρτίζουν μία εικαστική σύνθεση από εξαιρετικά λεπτές γραμμές, με γήινα χρώματα, δεμένες με απαράμιλλο σφρίγος. Και ο Θείος Βάνιας είναι από τα κείμενα που μού δίνουν εντόνως αυτή την αίσθηση. Ρωτώ λοιπόν, τον κ. Κιμούλη τι απεκόμισε ως μεταφραστής του κειμένου του Τσέχωφ, αλλά και ως σκηνοθέτης της παράστασης.
«Συμφωνώ απόλυτα με την ανάγνωση που κάνετε για τα κείμενα του Τσέχωφ», λέει ο κ. Κιμούλης, για να επισημάνει: «Αλίμονο στο μεταφραστή που δεν έρχεται σε απόλυτη επαφή με την γλώσσα στην οποία γράφει ο Τσέχωφ, χρησιμοποιώντας παράλληλα όλα τα βοηθήματα - είτε από άλλες γλώσσες στις οποίες έχουν μεταφραστεί τα έργα του, αλλά και με τις ετυμολογικές πηγές των λέξεων που χρησιμοποιεί. Είναι μια ιδιαίτερη διαδικασία η μετάφραση, ιδίως ενός θεατρικού κειμένου. Διότι αφού ο μεταφραστής κάνει όλη αυτή την προεργασία οφείλει στη συνέχεια - εντός εισαγωγικών το ρήμα - να προδώσει το κείμενο, γιατί ούτως ή άλλως πρέπει να το μεταφέρει στη γλώσσα του. Κι όταν λέω να προδώσει, να προδώσει ίσως την ίδια τη λέξη που επιλέγει ο συγγραφέας για να μεταφέρει στη γλώσσα του το συναίσθημα και την πλήρη έννοια που φανερώνει, ή πολλές φορές κρύβει η λέξη, στη γλώσσα που γράφει ο συγγραφέας.»
Καθώς ολοκληρώνεται η συνέντευξη, αναζητώ την ιδιαίτερη σχέση που έχει ο Γιώργος Κιμούλης με το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, σημειώνοντας ότι τα τελευταία χρόνια το θέατρο εδραιώνει μία παράδοση από πολύ προσεγμένες παραστάσεις.
Ο Γιώργος Κιμούλης βρίσκει την ευκαιρία να ευχαριστήσει και δημοσίως τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, κ. Διαμαντή, για την πρόταση που του έκανε να παίξει τον Θείο Βάνια και επισημαίνει ότι υπάρχει κι ένα πολύ προσωπικό στοιχείο που τον συνδέει με αυτόν τον χώρο. Μου λέει ο κ. Κιμούλης: «Γεννήθηκα στον Πειραιά, μεγάλωσα στον Πειραιά και νοιώθω κατά κάποιο τρόπο να επιστρέφω στα πάτρια. Για κάποιον που έχει φύγει από την πόλη του και επιστρέφει σε μεγάλη ηλικία είναι μια σημαντική στιγμή στη ζωή του. Έχω ζήσει κι έχω γνωρίσει το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά ως ένα στολίδι της πόλης που καταρρέει και τώρα το βρίσκω πάλι ένα στολίδι που λάμπει. Αυτό το οφείλουμε, εμείς οι Πειραιώτες, σε όλους αυτούς που προσπάθησαν για να το φέρουν πάλι σε κατάσταση ζωής. Το Δημοτικό Θέατρο είναι μεγάλη ιστορία για τον Πειραιά και είναι ευτυχία να το βλέπεις να λειτουργεί, να πηγαίνει ο κόσμος στο θέατρο είτε ζει στον Πειραιά, είτε να έρχεται από την Αθήνα και από τις γύρω περιοχές. Πολύ περισσότερο όταν αυτός που παίζει είναι γέννημα θρέμμα Πειραιώτης».
Κεντρική Σκηνή
Από τις 22/11 και για λίγες παραστάσεις
Σκηνικά: Χριστίνα Κωστέα
Κοστούμια: Σοφία Νικολαϊδη
Φωτισμοί: Στέλλα Καλτσου
ΒΑΝΙΑΣ: Γιώργος Κιμούλης
ΑΣΤΡΩΒ: Τάσος Νούσιας
ΕΛΕΝΑ: Στέλλα Καζάζη
ΣΕΡΕΜΠΡΙΑΚΩΦ: Γιώργος Ψυχογιός
ΜΑΡΙΝΑ: Χριστίνα Κουτσουδάκη
ΣΟΝΙΑ: Χαρά Μάτα Γιαννάτου
ΜΑΡΙΑ: Μαίρη Νάνου
ΤΕΛΕΓΚΙΝ: Κώστας Κοράκης
Τετάρτη, Πέμπτη & Παρασκευή 20:30
Σάββατο 18:00 και 21:00
Κυριακή 19:00
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή από επισκέπτες της ιστοσελίδας.