Κ. Βρεττάκος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: Ένας αγώνας με τη μνήμη είναι το βιβλίο μου

Σκηνοθέτης, φωτογράφος και πεζογράφος, ο Κώστας Βρεττάκος μιλάει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ όχι μόνο για το βιβλίο του «Ασκήσεις περιέργειας» (εκδόσεις Ποταμός), που το χαρακτηρίζει «κατάδυση στο βυθό της μνήμης» και το οποίο αποτελεί ένα είδος οικογενειακού χρονικού με πρωταγωνίστρια τη μητέρα του, αλλά και για το πρόσωπο του πατέρα του, του ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου. Ο συγγραφέας αναφέρεται, επίσης, στην ιστορική εποχή που έζησαν οι γονείς του, χωρίς να παραλείψει την κρίση στην Ελλάδα και την Ευρώπη ή την ευρωπαϊκή στροφή σε ξεχασμένα αυταρχικά πολιτικά πρότυπα.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του Κώστα Βρεττάκου, στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και στον Β. Χατζηβασιλείου

ΕΡ: Πώς ακριβώς θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας; Οικογενειακό χρονικό, έμμεση αυτοβιογραφία, μυθοπλαστική βιογραφία, απομνημόνευμα;

ΑΠ: Θέλησα, όλες αυτές οι διαφορετικές λογοτεχνικά προσεγγίσεις της μνήμης, να λειτουργήσουν συνθετικά και αθόρυβα και να μεταβάλουν τον αναγνώστη, μέσα από ημιτελείς και ανολοκλήρωτες εικόνες, σε δημιουργικό συμμέτοχο της ιστορίας. Διαφορετικά, πιστεύω πως θα είχα προδώσει τις προθέσεις μου, υπογράφοντας απλώς, ένα ακόμη βιβλίο καταγραφής γεγονότων. Ας ονομάσουμε, λοιπόν, τις «Ασκήσεις περιέργειας» μυθιστορία, για να συνεννοούμαστε. Μύθος και ιστορία μαζί. Είδος διφορούμενο, αλλά διαφορετικό.

ΕΡ: Πρωταγωνιστικό ρόλο στις «Ασκήσεις περιέργειας» δεν αναλαμβάνει, όπως θα ήταν ενδεχομένως αναμενόμενο, ο πατέρας σας Νικηφόρος Βρεττάκος, αλλά η μητέρα σας, Καλλιόπη Αποστολίδου. Αντί του εμβληματικού ποιητή, που εδώ εμφανίζεται με άλλο όνομα, η φιλόλογος Πιπίτσα, η οποία στάθηκε αφανώς στο πλευρό του σε όλη της τη ζωή. Πώς θα πρέπει να ερμηνεύσουμε αυτή τη μετατόπιση της προσοχής;

ΑΠ: Δεν έχει νόημα να αναζητήσει ο αναγνώστης πίσω από τους ήρωες του βιβλίου τα πραγματικά πρόσωπα. Το αυτοβιογραφικό στοιχείο δεν καθορίζει το είδος της γραφής. Γνωρίζοντας την αδιακρισία του αναγνώστη, έβαλα από την αρχή το πρόσωπο του ποιητή στο απυρόβλητο. Δεν προσπάθησα να μετατοπίσω καθόλου την προσοχή του, ούτε καν εκείνου του ενημερωμένου ιστορικά, που ασφαλώς σπανίζει. Από την πρώτη στιγμή πρωταγωνίστρια της ιστορίας είναι η μητέρα μου Πιπίτσα. Η άποψή σας, ό,τι πρωταγωνιστικό ρόλο στις «Ασκήσεις περιέργειας», θα έπρεπε να έχει ο πατέρας μου, υποδηλώνει ότι τοποθετείτε το βιβλίο κοντά στην οικογενειακή αυτοβιογραφία. Γνώριζα το ρίσκο αυτής της παρεξήγησης από την αρχή της συγγραφής αυτού του βιβλίου και γι' αυτό προσπάθησα να δημιουργήσω ορισμένα στεγανά και δεν νομίζω πως ξένισαν οι επιλογές μου.

Ο Νικηφόρος Βρεττάκος είναι ένα πρόσωπο της πρόσφατης πολιτιστικής ιστορίας μας, αυτόφωτο, ανεξερεύνητο σε μεγάλο βαθμό, ζωντανό όμως και σήμερα στη συνείδηση πολλών ανθρώπων, παρά το ένα τέταρτο αιώνα που μεσολάβησε από τον θάνατό του. Και μόνο για λόγους σεβασμού προς την ιστορία απέφυγα να τον εμπλέξω στις δικές μου λογοτεχνικές περιπλανήσεις. Ο αντίστοιχος Λυκούργος των «Ασκήσεων περιέργειας», του υποκλέπτει ελάχιστα, άγνωστα στους πολλούς, στοιχεία της καθημερινής του ζωής, για να μπορέσει να ολοκληρωθεί ο χαρακτήρας της μητέρας μου Πιπίτσας η οποία χρησιμοποιείται σαν «λαγός» για την ανέλιξη της ιστορίας που θέλω να αφηγηθώ.

ΕΡ: Μεταξύ άλλων, η Πιπίτσα δίνει, όπως έχει γράψει η κριτική, κι έναν αγώνα με τη μνήμη, ανασκευάζοντας διάφορες πλευρές του παρελθόντος. Πώς ακριβώς θα ορίζατε αυτόν τον μνημονικό αγώνα;

ΑΠ: Ένας αγώνας με τη μνήμη είναι το βιβλίο. Δεν είναι τυχαίο ότι όταν η Πιπίτσα προχωράει στην ταξινόμηση της ιστορίας αντιλαμβάνεται το αδιέξοδο στο οποίο την οδηγεί η αντιπαράθεση με τη μνήμη και νιώθει την ανάγκη να παρέμβει, ανασκευάζοντας και συμπληρώνοντας τα γεγονότα. Επέλεξα το πρόσωπό της γιατί ήταν άθικτο, μπορούσα να διαβάζω εύκολα τον τρόπο σκέψης της, και να της υποβάλλω τις δικές μου ενστάσεις. Υπήρξε ένα είδος επιβοηθούμενης συμπόρευσης. Στις «Ασκήσεις περιέργειας», διακρίνεται φανερά πως αποτελεί το alter ego του συγγραφέα, που τον ακολουθεί πιστά στις ζαβολιές του. Όπως στις κινηματογραφικές ταινίες, υπάρχουν πρωταγωνιστές και δευτεραγωνιστές. Μόνο που εδώ, όλους τους ρόλους, τους υποδύεται ο συγγραφέας. Η Πιπίτσα φορτώθηκε όλα μου τα ερωτήματα. Τόσο πολλά, που στο τέλος δεν τα άντεξε, επαναστάτησε κι έφτιαξε τον δικό της κόσμο.

ΕΡ: Με τη μνήμη, όμως, έχει σχέση και το παλαιότερο μυθιστόρημά σας «Περαστικός από το Ρέικιαβικ», που είναι κάτι ανάμεσα σε προσωπικό ημερολόγιο, αυτοβιογραφία, και επαγγελματικό χρονολόγιο. Πώς θα λέγατε ότι ενεργεί η μνήμη εκεί και πώς συναντιέται (αν όντως συναντιέται) με τη μνήμη της Πιπιτσας στις «Ασκήσεις περιέργειας»;

ΑΠ: Νομίζω πως τα δύο αυτά πεζογραφήματα αποτελούν συγκοινωνούντα αφηγήματα. Τα συνδέει αυτό που έγραψε τότε γνωστή κριτικός για τον «Περαστικό από το Ρέικιαβικ»: μια επιστολική σκηνοθεσία.

Αυτό επιχειρώ και τώρα. Με αρκετή καθυστέρηση, (όταν προχωρώ στην ολοκλήρωση της τρίτης μου ηλικίας!), παρουσιάζω ένα δεύτερο πεζογράφημα, ακολουθώντας πάντα τον ίδιο τρόπο της ελλειπτικής γραφής που κληρονόμησα από το σύντομο πέρασμά μου από τον κινηματογράφο. Μια φαινομενικά αποσπασματική κατάδυση στο βυθό της μνήμης, που αγγίζει, ακουστικά τουλάχιστον, το διάστημα ενός αιώνα. Ιστορία γράφω, μ' ένα τρόπο διαφορετικό.

ΕΡ: Οι «Ασκήσεις περιέργειας» αναδεικνύουν, πέρα από την οικογενειακή υπόθεση, και τη μεγάλη περιπέτεια του τόπου στον οποίο έζησαν οι γονείς σας. Πώς διαπλέκονται σε μια τέτοια διαδρομή το προσωπικό και το οικογενειακό με το βαρύ βήμα της Ιστορίας;

ΑΠ: Δεν διαπλέκονται. Συνυπήρχαν από την πρώτη στιγμή. Η απόλυτη συμπόρευση μιας οικογένειας, όπως η δική μου, με την περιπέτεια του τόπου, υπήρξε σχεδόν ισόβια. Βίωσε την απόλυτη καταπίεση και τα απόνερα εκείνης της εποχής εξακολουθούν να αναταράζουν ακόμα τον αφρό της μνήμης μου. Η αποενοχοποίηση ενός λαού από το βάρος της ιστορίας του, δεν μπορεί να γίνει στα χρονικά περιθώρια που ορίζουν τα κρατικά αρχεία. Η αδελφοκτονία κοιμάται τώρα, αλλά υπάρχει. Προσπάθησα να την περιγράψω, κρατώντας μια απόσταση από τα αίτια που οδήγησαν στην εγκληματική πράξη. Διατηρώ, όμως, ανέπαφες τις μνήμες αυτές και δεν πιστεύω πως θα ξεπεράσω ποτέ το συναίσθημα της παρανομίας με το οποίο με σφράγισαν.

ΕΡ: Σκηνοθέτης, φωτογράφος και πεζογράφος. Βασισμένος στην πολύτροπη και πολύχρονη καλλιτεχνική σας εμπειρία πώς βλέπετε τη θέση και τις προοπτικές της τέχνης στην Ελλάδα του καιρού μας;

ΑΠ: Δυσκολεύομαι να οικειοποιηθώ ανεπιφύλακτα όλες τις ιδιότητες που μου αποδίδετε. Τις έχω σχεδόν ξεχάσει. Στην ηλικία μου, όσο κι αν σας φανεί περίεργο, νιώθω περίπου ως ανεπάγγελτος. Οι αλλοτινές μου δραστηριότητες, περαστικές συνήθως, έχουν πλήρως απενεργοποιηθεί. Δεν με εκφράζουν. Μου είναι δύσκολο να ορίσω σήμερα την ταυτότητά μου. Μόνο μου καταφύγιο η μνήμη. Εδώ με συναντήσατε. Το γεγονός πως με ανακαλύψατε πάλι μετά από τόσα χρόνια, αποτελεί μια στιγμιαία νομιμοποίησή μου, που μου επιτρέπει να βγάζω το κεφάλι έξω από το νερό.

Είμαι άνθρωπος της αναλογικής εποχής και αδυνατώ να ενταχθώ στην παγκοσμιοποιημένη ψηφιακή λογική. Η υπερπροσφορά της πληροφορίας δεν μου ανοίγει, όπως θα περίμενε κανείς, νέους ορίζοντες, αλλά με οδηγεί σε μια ασφυχτική απομόνωση. Ανήκω κι εγώ στη στρατιά των νέων αγραμμάτων.

Ντρέπομαι όταν μου ζητούν, όπως εσείς τώρα, να διατυπώσω απόψεις για τις προοπτικές της τέχνης στη σημερινή εποχή. Νιώθω σαν επιπόλαια ενημερωμένος χρήστης του ίντερνετ. Δεν νομίζω, όμως, πως μπορώ να ακολουθήσω τις αλλαγές που ασφαλώς συντελούνται. Συχνά δεν τις κατανοώ. Η απόσυρσή μου από τα κοινά μεγαλώνει την απόσταση. Γι' αυτό τον λόγο αποφεύγω να μιλάω επί παντός του επιστητού. Φοβάμαι ότι μου λείπει η έγκυρη απάντηση στο ερώτημά σας, το σχετικό με τη μελλοντική πορεία της ελληνικής τέχνης.

ΕΡ: Τι θα λέγατε γενικότερα για την πορεία της ελληνικής κοινωνίας σε σχέση με τις ριζικές μεταμορφώσεις (πολιτικές και κοινωνικές) που μοιάζει να φέρνει στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ ο 21ος αιώνας;

ΑΠ: Ξεχάσατε την Ασία, την Αφρική και τη νότια Αμερική! Από εκεί θα συνεχίσουν να ξεκινούν οι στρατιές των απελπισμένων. Όλες οι αναπτυγμένες χώρες ακολουθούσαν ως τώρα, λίγο-πολύ, οικονομικά πρότυπα βασισμένα σε παραλλαγές θεωριών που σήμερα κουτσαίνουν. Στήριξαν σ' αυτές την ανάπτυξή τους, αφού προηγήθηκαν δυο παγκόσμιες συγκρούσεις και δεκάδες μικρότερες που έφεραν το τέλος της αποικιοκρατίας.

Οι ανακατατάξεις του εικοστού αιώνα άλλαξαν βίαια το παγκόσμιο τοπίο. Και την Ελλάδα φυσικά. Χώρες διαλύθηκαν, καινούργιες αναδύθηκαν, και σήμερα βρισκόμαστε μπροστά ακόμη και σε αυτονομήσεις επαρχιών. Στην Ιταλία πολιτικά λειτουργεί η Λέγκα του Βορρά. Δεν είναι το μοναδικό ευρωπαϊκό παράδειγμα. Η επιστροφή σε αυταρχικά πρότυπα, με οχυρωμένες εθνικιστικά η θρησκευτικά κοινωνίες, φαίνεται αναπόφευκτη. Κάνουν την εμφάνισή τους όλο και πιο συχνά η μαντήλα και η σβάστικα. Νομίζω πως ήδη στην Ευρώπη, όσο βαθαίνει η οικονομική κρίση, αρχίζουν να συνειδητοποιούν τον κίνδυνο της επέλασης της ακροδεξιάς. Οι κόκκινοι δήμοι του Παρισιού έγιναν μπλε. Διόλου απίθανη και η αναβίωση και σοσιαλιστικών προτύπων από χώρες που πολέμησαν τον σοσιαλισμό. Με άλλο πρόσωπο τώρα. Δεκαέξι έδρες στην Ολλανδία πήρε το κόμμα των πρασίνων. Όσες και η ακροδεξιά. Ελπίδα ή αδιέξοδο;

Η χώρα μας με τις ετερόφωτες, κατευθυνόμενες, διχαστικές πολιτικές που ακολούθησε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οδηγήθηκε ύστερα από ένα διάλειμμα επίπλαστης ευημερίας, (1990-2005), στη σημερινή οικονομική κατάρρευση, που φοβάμαι πως δεν είναι ούτε οριστική, ούτε περαστική. Το επίπεδο της πολιτικής μας τάξης είναι απογοητευτικό και ο λαός δεν έχει συνειδητοποιήσει ακόμα τη δική του συμμετοχή σ' αυτή την αρνητική αλλαγή. Η ραγιαδοσύνη και το βόλεμα πήγαιναν πάντα μαζί. Πρέπει να αντιληφθούμε πως για πολλά χρόνια η στοιχειώδης επιβίωσή μας θα στηρίζεται στην ευσπλαχνία των δανειστών και στη διατήρηση της συνοχής και ανάπτυξης του ευρωπαϊκού χώρου. Δεν προβληματιζόμαστε επαρκώς, δεν προτείνουμε, δεν συμμετέχουμε. Περιμένουμε. Τι περιμένουμε;

Το πλήρες τηλεγράφημα του Β. Χατζηβασιλείου στη συνδρομητική ιστοσελίδα του ΑΠΕ-ΜΠΕ.
© ΑΠΕ-ΜΠΕ ΑΕ. Τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ΑΕ.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή από επισκέπτες της ιστοσελίδας.
NEWS ROOM
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ